- αβδίον
- ἀβδίον, το (Μ)βυζαντινό ένδυμα, πιθανώς μάλλινος επενδύτης χωρίς μανίκια, με λευκές και γκρίζες ρίγες.[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ., πιθ. αραβ. ‘abā’, πληθ. a ‘bi’a ή ‘abā’a, πληθ. -āt (= μάλλινος επενδύτης χωρίς μανίκια)].
Dictionary of Greek. 2013.